εμπειροτεχνία

εμπειροτεχνία
η
η ιδιότητα ή ικανότητα τού εμπειροτέχνη.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • εμπειροτεχνία — η η ιδιότητα και η ικανότητα του εμπειροτέχνη (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”